Όποιος πιστεύει ότι η δύναμη της Τουρκίας έγκειται στη στρατιωτική υπεροπλία της κάνει ενα μεγάλο λάθος. Τα μεγάλα όπλα της Τουρκίας είναι οι κυρίαρχες ελληνικέςπολιτικές δυνάμεις και η ελληνική Παιδεία.
Οι κυρίαρχες ελληνικές πολιτικές δυνάμεις από το 1974 και μετά, με εξαίρεση τη διακυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου 1981-1989, είχαν και έχουν απέναντι στην Τουρκία μια πολιτική που χαρακτηρίζεται από φοβική (Σημίτης, Τσίπρας) έως πολιτική κατευνασμού (Κ Καραμανλής Α’, Κων. Μητσοτάκης) με εξάρσεις απόπειρας προσέγγισης (Γ Παπανδρέου, Κ Καραμανλής Β’).
Όλες αυτές οι προσεγγίσεις αγνοούν και αγνοούσαν τον πιο σοβαρό παράγοντα: Ποια είναι η Τουρκία. Επειδή στις σχέσεις δεν έχει τόση σημασία τι θέλεις εσύ από τον απέναντι όση να ξέρεις ποιος είναι ο απέναντι από τον οποίο προσδοκάς.
Και αγνοούσαν ποιος είναι ο απέναντι οι περισσότερες ελληνικές πολιτικές δυνάμεις ενώ η Τουρκία είναι ίσως ένα από τα ευκολότερα κράτη για να διαβάσει κανείς. Επειδή επί της ουσίας η πολιτική της είναι μία διαχρονικώς, όπως και η εσωτερική της πολιτική μορφή. Πρόκειται για μια στρατιωτική δικτατορία, άλλοτε εμφανή και άλλοτε καλυμμένη με το μανδύα πολιτικών κυβερνήσεων, πίσω από τις οποίες ο ισχυρός είναι ο στρατός. Και στη διοίκηση και στην οικονομία, με συμμετοχή σε εκατοντάδες πρωτεύουσες επιχειρήσεις της χώρας.
Η σημερινή διακυβέρνηση Έρντογαν δεν είναι τίποτε άλλο από μια δικτατορία ενός ακόμα εκλεγμένου νεότουρκου, ο οποίος κυβερνά με τη στήριξη του στρατού και των δυνάμεων ασφαλείας, υπό ένα καθεστώς τρόμου, διώξεων και εγκλημάτων. Με την ψήφο της πλειονότητας του τουρκικού λαού.
Η μία διαχρονικώς πολιτική της Τουρκίας στηρίζεται επίσης στο ίδιο δόγμα, που εφαρμόζεται εδώ και 550 χρόνια που κυριάρχησε στήν ευρύτερη περιοχή ως οθωμανική αυτοκρατορία.
Δηλαδή στο δόγμα της βίαιης μεταβολής της θρησκευτικής και εθνοτικής σύνθεσης στα μέρη που κατέχει.
Στα χρόνια της οθωμανικής κατάκτησης αυτό έγινε δυνατό μέσα από ένα εξοντωτικό φορολογικό σύστημα, σύμφωνα με το οποίο όσοι δεν ήταν μουσουλμάνοι υποχρεώνονταν σε τέτοια χαράτσια ώστε για να επιβιώσουν αναγκάζονταν είτε να χάσουν τις περιουσίες τους και να γίνουν ουσιαστικώς δουλοπάροικοι, είτε να γίνουν μουσουλμάνοι για να τις σώσουν.
Μ αυτό τον τρόπο οι περίπου 250.000 Οθωμανοί που έφτασαν στη βυζαντινή αυτοκρατορία μετά την Άλωση μετατράπηκαν σε σύντομο σχετικά χρονικό διάστημα σε πάνω από 5 εκατομμύρια, όχι δημογραφικά, γεννώντας απογόνους, αλλά… οικονομικά μετατρέποντας Έλληνες, Αρμένιους, Σύριους, Βούλγαρους, Σέρβους, Ασσυροχαλδαίους σε μουσουλμάνους. Δηλαδή σε Οθωμανούς.
Φυσικά, τα παιδομαζώματα επί περίπου 250 χρόνια, μέχρι την εξόντωση των γενιτσάρων από τους ίδιους τους σουλτάνους, έφεραν κι αυτά μια βίαιη αλλοίωση του δημογραφικού στην κατακτημένη βυζαντινή αυτοκρατορία υπέρ των Οθωμανών.
Όπως και οι σφαγές για αντίποινα κάθε φορά που οι πληθυσμοί κυρίως της παλιάς Ελλάδας ξεσηκώνονταν στα 400 χρόνια σκλαβιάς. Και ξεσηκώθηκαν σύμφωνα με τον Σάθα πάνω από 50 φορές ως το 1821 οι Έλληνες το Γένος, μόνοι, τοπικά, πιο μαζικά ή μαζί με ξένες δυνάμεις που πολεμούσαν στον ελλαδικό χώρο τούς Οθωμανούς.
Αυτά τα ζοφερά χρόνια διδάσκει περίπου ως φωτεινά χρόνια(!) εδώ και μια 25ετία στα ελληνόπουλα μια καθηγητική και πολιτική αναθεωρητική καθηγεσία σε σχολεία, πανεπιστήμια και βουλευτήρια. Με τον μανδύα είτε του κοσμοπολιτισμού της παγκοσμιοποίησης είτε ενός αντιεθνικιστικού διεθνισμού της νέας αριστεράς. Κι αυτοί όλοι είναι το δεύτερο, αλλά και ισχυρότερο όπλο της Τουρκίας μέσα στην ίδια την Ελλάδα.
Το πιο αποτελεσματικό όπλο δεν σε πυροβολεί στα πόδια.
Σε πυροβολεί στο μυαλό.
Αυτό το όπλο της αντιπατριωτικής παιδείας που ήδη γαλουχεί δύο γενιές Ελλήνων σε σχολεία και πανεπιστήμια αφοπλίζει τους Έλληνες απέναντι στή διαρκή και μόνιμη απειλή της Τουρκίας.