Μιλώντας τις ξέφευγαν όλες οι λογικές συνεπαγωγές όσων διατύπωνε. Για παράδειγμα είπε «αν δεν γίνουν πλειστηριασμοί δεν θα δίνουν οι τράπεζες δάνεια».
Σε αυτή την ούτως ή άλλως απλοϊκή φράση δεν σκέφτηκε πως οι πρώτοι πλειστηριασμοί που πρέπει άμεσα να γίνουν είναι στη ΝΔ με τα τεράστια χρέη, στον αδελφό της και σε πολλούς υπουργούς και βουλευτές του κόμματός της που χρωστάνε ο καθένας κάποιες εκατοντάδες χιλιάδες. Και δικαιολογώντας είπε «είμαστε υπό επίβλεψη…
Έχουμε υποχρεώσεις…». Οπότε να γίνονται οι πλειστηριασμοί, αλλά σε βάρος όλων των άλλων πολιτών εκτός από τους κομματικούς και οικογενειακούς ημέτερους της. Και για την προστασία τους φροντίζουν οι τράπεζες, κάποιοι δικαστές και άλλοι κρατικοί παράγοντες.
Καθώς άκουγα την συνέντευξή της στον σταθμό Κρήτη TV σχημάτιζα την πεποίθηση πως μιλάει για να μην διατυπώσει το ουσιώδες. Κοινώς φλυαρεί. Και μέσα στο πέλαγος των λέξεων που σχημάτιζαν εξόφθαλμες αντιφάσεις κάποιες λίγες σχημάτισαν μια φράση, η οποία αποτελεί μισοκρυμμένη την ουσία της συνέντευξής της.
Είπε «άλλαξα τηλέφωνο όταν έμαθα ότι με παρακολουθούσαν». Ισορροπώντας λεκτικά, αλλά πολύ αδέξια με την χρήση του αορίστου στο υποκείμενο, πίστεψε πως με αυτή την φράση θα παρέκαμπτε την εξευτελιστική πράξη, την προσβολή που υπέστη η ίδια και τα παιδιά της.
Όμως, όπως σε όλους όσους ο αδελφός της και πρωθυπουργός έδωσε εντολή παρακολούθησης και σώπασαν, σχεδόν όλοι δηλαδή, έτσι και η ίδια και τα παιδιά της σωπαίνοντας μετέτρεψαν την προσβολή που υπέστησαν σε συνενοχή και αυτοεξευτελισμό. Αυτό ασφαλώς δεν θεραπεύεται με αλλαγή συσκευής ούτε τηλεφωνικής εταιρείας.
Στην συνέχεια, ή πριν, δεν έχει καμία σημασία, η κα Μπακογιάννη προσπάθησε να μιλήσει για μεγάλη πολιτική: το Αιγαίο, τα 12 μίλια, τη συνεκμετάλλευση των πόρων με την Τουρκία, συμπληρώνοντας ότι η ίδια δεν έχει ταμπού με την συνεκμετάλλευση του Αιγαίου.
Αλλά όλα αυτά με φράσεις που ακούγονταν κενές, όπως «εγώ δεν έχω κανένα ταμπού». Και ίσως επειδή διαισθανόταν πως τα λεγόμενά της είχαν κάτι από φτερά που τα έπαιρνε ο άνεμος της άγριας κυβερνητικής ασυδοσίας δήλωσε πως «οδηγός της είναι η βενιζελική σχολή».
Αλλά και αυτή η απόπειρα επίκλησης παλαιών μεγαλείων άλλων, πώς θα μπορούσε να κλείσει την χαίνουσα πληγή του αυτοεξευτελισμού; Με αυτή την εκκρεμότητα όλα τα λεγόμενα κατέληγαν αφεύκτως άνευ σημασίας, κενά.