Και η προδοσια συνεχιζεται...
Δινουμε τον λιγνιτη μας στα Σκοπια, για να μας πουλανε ρευμα...
Τα Σκοπια συμφώνησαν να προμηθευτουν από την Ελλάδα 1.000.000 τόνους λιγνίτη και 250.000 τόνους μαζούτ για τις ανάγκες επιπλέον παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος, σύμφωνα με τον γενικό διευθυντή της κρατικής εταιρίας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας ESM, Βάσκο Κοβάτσεφσκι.
Στη διάρκεια συνέντευξής του την ίδια μέρα στον τηλεοπτικό σταθμό Telma, ο Βάσκο Κοβάτσεφσκι ανέφερε ότι ο λιγνίτης θα καλύψει κυρίως τις ανάγκες στις εγκαταστάσεις παραγωγής της Μπίτολα, αλλά μέρος των ποσοτήτων θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί και στο θερμοηλεκτρικό εργοστάσιο του Οσλομέι, ενώ το μαζούτ στη θερμοηλεκτρική μονάδα του Νεγκοτίνο.
«Συμφωνήσαμε για τους επόμενους 12 μήνες να παραλαμβάνουμε περίπου 80.000 τόνους άνθρακα το μήνα, κυρίως για τις ανάγκες της Μπίτολα, αλλά μέρος των ποσοτήτων μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για το Οσλομέι.
«Σε ανταγωνιστική τιμή»
»Σε 12 μήνες πρέπει να παραλάβουμε ένα εκατομμύριο τόνους λιγνίτη σε ανταγωνιστική τιμή. Πιστεύουμε ότι με αυτές τις ποσότητες θα ικανοποιήσουμε τις πρόσθετες ανάγκες για την κάλυψη παραγωγής της επιπλέον απαιτούμενης ηλεκτρικής ενέργειας.
»Οσον αφορά το μαζούτ, η τιμή είναι ρυθμισμένη και σήμερα (χθες) συζητήσαμε για ποσότητες που θα χρειαστούν από τον Νοέμβριο έως το τέλος Απριλίου, για επτά μήνες.
»Θα απαιτηθούν 30.000 – 35.000 τόνοι τον μήνα ή συνολικά 250.000 τόνοι την περίοδο που θέρμανσης. Από αυτά, το 80-90 τοις εκατό προορίζονται για τον θερμοηλεκτρικό σταθμό στο Νεγκοτίνο, αλλά μέρος των ποσοτήτων θα χρησιμοποιηθούν επίσης για τη Μπίτολα και το Οσλομέι», είπε ο γενικός διευθυντής της ESM.
Ο ίδιος υπενθύμισε ότι στα τέλη Φεβρουαρίου με αρχές Μαρτίου φέτος είχε συναφθεί συμφωνία για την αγορά 144.000 τόνων μαζούτ και η συμφωνία αυτή διαρκεί μέχρι τον Οκτώβριο.
Συνάντηση Μητσοτάκη – Κοβάτσεφσκι
Η ενεργειακή κρίση βρέθηκε στο επίκεντρο της συνάντησης που είχαν χθες στην Αθήνα ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με τον ομόλογό του Σκοπιανο Ντιμίταρ Κοβάτσεφσκι.
Οι δύο ηγέτες συζήτησαν για τις προοπτικές της πολυεπίπεδης συνεργασίας στον τομέα της ενέργειας και, ειδικότερα, σε θέματα υποδομών, καθώς και στην ανάγκη διαφοροποίησης των ενεργειακών πηγών και ενίσχυσης της διασύνδεσης.