Πίστευσον, τέκνον μου, ὅτι θά πιέσω τήν ἐκ τῶν κόπων ἀσθενῆ καί νενεκρωμένην μου δύναμιν νά παρακαλῶ τόν Θεόν νά μή πάθῃς κανένα κακόν ἐξ ὅσων μελετοῦν ἀφρόνως οἰ ἐχθροί τῆς πίστεως ἡμῶν. Ἐάν ὅμως ἐπεγράφη σοι ἄνωθεν δι’ ὄφελος τῆς ψυχῆς κάτι νά πάθῃς, παρακαλῶ νά σοῦ δώσῃ ὁ Θεός ἀνδρείαν ψυχῆς καί ὑπομονήν.
Μή φοβῆσαι. Οἱ Μασῶνοι πολλά σκέπτονται καί πολλά θέλουν νά κάμουν, ἀλλ’ ἐάν ἐπιτρέψῃ ὁ πάντων Κύριος. Χωρίς τό θέλημά Του, εἶπε, μήτε τρίχα δέν πέφτει, μήτε φύλλο. Αὐτός θά διασκεδάσῃ τάς βουλάς αὐτῶν. Πρός τό παρόν ἀρκεῖ ἡμῖν. Διά τό ἀργότερα ἄς τό σκεφθῇ ὁ Θεός ὅπου μᾶς ἔχει καί ζῶμεν.
Σύ ἀπό Θεοῦ νά ἀρχίζῃς καί εἰς Θεόν νά καταλύῃς, καί μή φοβῆσαι τούς ἐπανισταμένους σοι πειρασμούς. Διότι, χάριτι Χριστοῦ, ὡς καπνός διαλύονται.
Έσο φρόνιμος του λοιπού και περιπάτει με προσοχήν «συνιών τι το θέλημα του Κυρίου, ότι πονηραί αι ημέραι εισίν῾. Μάνθανε να εξαγοράζεις τον καιρόν και τας περιστάσεις. .
Ο εχθρός δεν ησυχάζει ποτέ, αλλά ο κάθε πειρασμός έρχεται εις εκάστου τα μέτρα. Και πρέπει να υπομείνεις για να βγεις νικητής. Διότι ο αγωνοθέτης Θεός δι’ αυτό αφήνει τους πειρασμούς: Να κερδίζομεν νίκας κατά του εχθρού, να αποπλυνόμεθα των παθών και να τελειούμεθα.
Και πας άνθρωπος οφείλει εκεί όπου πολεμείται, εκεί να νικήσει. Δια να δώση, λύπην και αισχύνην εις τον διάβολον, χαράν δε και δόξαν εις τον Θεόν.