Η θέση ότι οι δύο Παγκόσμιοι Πόλεμοι είχαν υποκινηθεί από μεγάλες γερμανικές εταιρίες, με στόχο την οικονομική και πολιτική κυριαρχία πάνω στην Ευρώπη δεν είναι αποτέλεσμα της πρόσφατης ιστορικής έρευνας, αλλά ούτε και θεωρία συνομωσίας,...
«Αυτοί που δεν θυμούνται την ιστορία είναι καταδικασμένοι να την ξαναζήσουν» George Santayana
Όλοι υποψιαζόμαστε πως κάτι σάπιο υπάρχει στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά δεν μπορούμε επαρκώς να το προσδιορίσουμε. Όλοι αισθανόμαστε πως η σημερινή «Ευρώπη των Βρυξελλών» και οι περίτεχνοι μηχανισμοί της, δεν φτιάχτηκε για τους λαούς, για τη Δημοκρατία και την Ελευθερία, αλλά υπάρχει στον πυρήνα της κάτι το σκοτεινό, που εξυπηρετεί τα συμφέροντα μιας ολιγαρχίας που χειραγωγεί κι εκμεταλλεύεται τους λαούς. Πρόκειται για ένα πολυπλόκαμο Καρτέλ Bunksters, πετροχημικών βιομηχανιών, φαρμακευτικών εταιρειών και επιχειρήσεων που έχουν ναζιστικές καταβολές.
Επί σχεδόν εβδομήντα πέντε χρόνια αφηγούνται στην ανθρωπότητα ότι ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος προκλήθηκε από έναν ψυχοπαθή, τον Αδόλφο Χίτλερ και τους ρατσιστές, ταραξίες, φανατικούς Ναζί που τον περιέβαλλαν. Ωστόσο η αλήθεια είναι ότι ο πόλεμος αυτός ήταν ένας κατακτητικός πόλεμος, που καθοδηγήθηκε από το Καρτέλ των Χημικών, του Πετρελαίου και των Φαρμάκων, με σκοπό τον έλεγχο των, αξίας πολλών τρισεκατομμυρίων δολαρίων, παγκόσμιων αγορών, στο νεοεμφανιζόμενο τότε τομέα των πατενταρισμένων χημικών προϊόντων!
Επίσημα έγγραφα από το αμερικανικό Κογκρέσο κι από το Δικαστήριο της Νυρεμβέργης για τα εγκλήματα του πολέμου, αποδεικνύουν αδιαμφισβήτητα πως ο Β Παγκόσμιος Πόλεμος όχι μόνο προετοιμάστηκε, αλλά επίσης διευκολύνθηκε τεχνικά και τροφοδοτήθηκε οικονομικά, από το μεγαλύτερο και διαβόητο καρτέλ πετρελαίου και φαρμάκων της εποχής εκείνης: από το γερμανικό καρτέλ IG Farben, το οποίο αποτελούσαν η Bayer, η BASF, η Hoechst και άλλες χημικές εταιρείες.
Η περίληψη του κατηγορητηρίου στη Δίκη της Νυρεμβέργης (1946), αποδεικνύει ότι, χωρίς την IG Farben, ο Β Παγκόσμιος Πόλεμος δεν θα ξεκινούσε ποτέ. Αυτός ο απάνθρωπος γενοκτονικός πόλεμος ήταν, στην πραγματικότητα η πρώτη απόπειρα παγκόσμιας επικράτησης από αυτά τα ίδια οργανωμένα συμφέροντα. Επί πλέον, μετά από την αποτυχία και των δύο αυτών στρατιωτικών προσπαθειών καθυπόταξης της Ευρώπης, το καρτέλ του Πετρελαίου και των Φαρμάκων, επένδυσε πλέον σε μια τρίτη απόπειρα: την οικονομική και πολιτική κατάκτηση της Ευρώπης δια μέσου της «Ε.Ε των Βρυξελλών».
Δεν αποτελεί λοιπόν έκπληξη το γεγονός, ότι οι άνθρωποι-κλειδιά, οι αρχιτέκτονες της «Έ.Ε των Βρυξελλών» στρατολογήθηκαν ανάμεσα σε εκείνους τους τεχνοκράτες, που είχαν ήδη ετοιμάσει τα σχέδια για την ελεγχόμενη από τη συμμαχία Ναζί και Καρτέλ, μεταπολεμική Ευρώπη. Αντί για στρατιωτικές στολές φορούσαν πλέον γκρίζα κοστούμια. Ανάμεσά τους και ο Walter Hallstein, που υπήρξε ο πρώτος πρόεδρος της νεοϊδρυθείσας Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Μετά το 1945, το καρτέλ επένδυσε εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια με ένα μοναδικό σκοπό: να ξαναγράψει την ιστορία και να σκεπάσει το εγκληματικό του παρελθόν. Αυτή η συγκάλυψη, όσον αφορά τα επιχειρηματικά συμφέροντα πίσω από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ήταν, προφανώς, η απαραίτητη προϋπόθεση για την τρίτη προσπάθεια του καρτέλ -αυτή τη φορά μέσω της «Έ.Ε. των Βρυξελλών» να αλώσει και να ελέγξει την Ευρώπη. Προφανώς τα συμφέροντα πίσω από το καρτέλ, ήλπιζαν να σταθεροποιήσουν τον έλεγχο τους πάνω στην Ευρώπη, μέσω της «Ε.Ε των Βρυξελλών» χωρίς ποτέ να βγουν στο φώς αυτές οι σκοτεινές ναζιστικές τους καταβολές.
Κανένας δημοκρατικός άνθρωπος ή πολιτικό κόμμα, δεν επιθυμεί να υποστηρίξει αυτήν την προσπάθεια υποδούλωσης της Ευρώπης και των λαών της. Γι’ αυτό είναι σημαντικό να γνωρίζουμε και για όλους εκείνους τους πολιτικούς και τα πολιτικά κόμματα, που δελεάστηκαν στην υποστήριξη της «Έ.Ε των Βρυξελλών» χωρίς να γνωρίζουν το σκοτεινό υπόβαθρό της και χωρίς να κατανοούν τον αληθινό της σκοπό. Σε αυτούς περιλαμβάνονται και οι 27 αρχηγοί κρατών-μελών, που έχουν υπογράψει τη περιβόητη «Συνθήκη της Λισαβόνας» η πλειοψηφία των οποίων την υπέγραψαν, χωρίς να αντιλαμβάνονται ότι οι υπογραφές τους αποτέλεσαν «πράξη εξουσιοδότησης» για το καρτέλ και τους στυλοβάτες του, προκειμένου να αποκτήσουν τον έλεγχο της Ευρώπης.
Αυτοί οι πολιτικοί και τα πολιτικά κόμματα, έχουν τώρα την ευκαιρία να προβούν σε πλήρη αλλαγή πολιτικής και να αποσύρουν δημόσια την υποστήριξη τους, σε ένα μοντέλο της Ευρώπης, που οικοδομήθηκε για δεκαετίες, πάνω στο ψέμα και την εξαπάτηση, είναι πολύ σημαντικό να προωθηθεί η καταγγελία της «Συνθήκη της Λισαβόνας» και η αντικατάσταση της από μια νέα συνθήκη που θα λαμβάνει υπόψιν της πρωτίστως τις δημοκρατικές ελευθερίες και τα συμφέροντα των λαών κι όχι των καρτέλ. Γι’ αυτό είναι σημαντικό να διαβάσετε αυτό το βιβλίο ώστε να μάθετε τα σκοτεινά μυστικά της «Ε.Ε των Βρυξελλών» που κανείς δεν τολμούσε ως τώρα να σας πει!
Υπάρχει πράγματι ένας πολύ σημαντικός λόγος για τον οποίο το βιβλίο «Οι Ναζιστικές Καταβολές της Ευρωπαϊκής Ένωσης των Βρυξελλών» πρέπει να φτάσει στα χέρια κάθε Ευρωπαίου πολίτη. Αυτό το βιβλίο παρουσιάζει τεκμηριωμένα τον τρόπο με τον οποίο οι λαοί της Ευρώπης έχουν διαχρονικά εξαναγκασθεί να ζήσουν σε ένα καθεστώς στο οποίο έχουν χάσει όλα τα δημοκρατικά τους δικαιώματα. Με παραπομπές σε αυθεντικά έγγραφα αναλύει τον σκοπό και την διαδικασία οικοδόμησης αυτού του αντιδημοκρατικού συστήματος και αποκαλύπτει πώς αργά ή γρήγορα –εάν τίποτα δεν αλλάξει- πρόκειται να χάσουμε, επίσης, τα πιο βασικά ανθρώπινα δικαιώματα μας, όπως το δικαίωμα στην υγεία.
Το σύστημα διακυβέρνησης της Ε.Ε καταρρίπτει όλα τα δημοκρατικά επιτεύγματα της τελευταίας χιλιετίας του Ευρωπαϊκού πολιτισμού. Πολύ περισσότερο, έχει ρίξει ολόκληρη την ήπειρο πίσω στα Μεσαιωνικά χρόνια, όταν οι απολυταρχικοί μονάρχες εξουσίαζαν την Ευρώπη πέρα από κάθε δημοκρατικό έλεγχο. Αυτό το βιβλίο δικαιολογεί γιατί τέτοιοι ισχυρισμοί δεν αποτελούν απλώς μεμονωμένες απόψεις ή προσωπικές θεωρίες αλλά αντίθετα ένα εδραιωμένο γεγονός!
Σε ένα αληθινό δημοκρατικό καθεστώς, όλη η εξουσία πηγάζει από τον λαό.
Η αρχή της ‘τριχοτόμησης της εξουσίας’ μεταξύ των οργάνων διακυβέρνησης –Νομοθετική, Εκτελεστική και Δικαστική– διασφαλίζει την προστασία του λαού από κάθε κατάχρηση. Αυτή η αρχή έχει γίνει διεθνώς αποδεκτή, αφού η ανθρωπότητα πάλεψε για εκατοντάδες χρόνια για να την κατακτήσει. Πολύ περισσότερο, στα σύγχρονα δημοκρατικά συστήματα δεν πρέπει ποτέ να συγχέεται η ‘εθνική κυριαρχία’ που πηγάζει από το λαό και τον καθιστά κυρίαρχη δύναμη, με την ‘εξουσία διακυβέρνησης’. Στον αντίποδα των πιο πάνω αρχών βρίσκεται η Ε.Ε των Βρυξελλών η οποία στερείται της αρχής της ‘τριχοτόμησης των εξουσιών’.
Η λεγόμενη Ευρωπαϊκή Επιτροπή (EU‐Commission) – ένα σώμα που αποτελείται από 27 μη εκλεγμένα από το λαό άτομα‐ έχει οριστεί ως το εκτελεστικό όργανο της Ε.Ε των Βρυξελλών και έχει εξοπλιστεί ταυτόχρονα με όλες τις βασικές εξουσίες που της επιτρέπουν να κυβερνά όλη την Ευρώπη. Από την άλλη μεριά, στέκονται όλοι οι πολίτες της Ευρώπης, οι οποίοι στην ουσία δεν έχουν κανένα έλεγχο πάνω σε αυτό το Εκτελεστικό όργανο αλλά φυσικά κι ούτε πάνω στην νομοθετική διαδικασία. Ακόμα χειρότερο, άγνωστο στους περισσότερους ανθρώπους, είναι το γεγονός ότι το ‘Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο’ το οποίο δικαιούμαστε να εκλέξουμε, στερείται του πιο ουσιαστικού δημοκρατικού δικαιώματος: του δικαιώματος της θέσπισης οποιασδήποτε νομοθεσίας.
Όλη η εξουσία μέσα στην Ε.Ε των Βρυξελλών πηγάζει από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία μπορεί ταυτόχρονα και να προτείνει νομοθεσίες αλλά και να αποφασίζει και για την εκτέλεση των διαφόρων αποφάσεων και οδηγιών. Σε αντίθεση λοιπόν με το τι ισχύει στο δημοκρατικό πολίτευμα, αυτό το Ευρωπαϊκό ‘πολιτικό γραφείο’ δεν είναι δημοκρατικά εκλεγμένο κι ακόμα χειρότερα, δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να καθαιρεθεί κατά τη βούληση των Ευρωπαίων πολιτών.
Τα 500 εκατομμύρια των Ευρωπαίων πολιτών, οι οποίοι κάθε τέσσερα χρόνια έχουν το δικαίωμα να εκλέξουν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην ουσία ψηφίζουν για ένα ‘πλαστό’ κοινοβούλιο, που δεν έχει καμιά νομοθετική πρωτοβουλία –το ουσιαστικότερο δηλαδή στοιχείο σε κάθε αληθινό δημοκρατικό σύστημα. Έτσι λοιπόν, ενώ η βάση σε κάθε δημοκρατία εξυπακούει ότι όλη η εξουσία πηγάζει από τον ίδιο το λαό, αυτό δεν ισχύει για την Ε.Ε των Βρυξελλών. Ακόμα χειρότερα, στην περίπτωση που ένα εκτελεστικό όργανο όπως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν μπορεί να εκλεγεί από το λαό και –πάνω από όλα‐ δεν μπορεί ποτέ να καθαιρεθεί από αυτόν, τότε αυτόματα, κάθε δημοκρατία μετατρέπεται σε δικτατορία!
Πώς είναι δυνατόν, όμως, μια τόσο αντιδημοκρατική δομή να έχει εγκαθιδρυθεί στο κέντρο όλων των δημοκρατικών κρατών της Ευρώπης; Ποιοι είναι αλήθεια οι αρχιτέκτονες αυτού του δικτατορικού οικοδομήματος της Ε.Ε των Βρυξελλών; Για να το κατανοήσουμε αυτό, πρέπει να ρίξουμε μια ματιά στα σκοτεινότερα κεφάλαια της σύγχρονης ιστορίας συμπεριλαμβανομένων του Πρώτου και του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου.
Σε μια τέτοια ανασκόπηση, θα ανακαλύψουμε το απογοητευτικό γεγονός ότι τα ίδια ακριβώς οικονομικά συμφέροντα που απέτυχαν να κατακτήσουν τον κόσμο μέσα από τους δύο παγκοσμίους πολέμους, έχουν οικοδομήσει την ‘Ε.Ε των Βρυξελλών’, ως την πλατφόρμα από την οποία, ούτε λίγο ούτε πολύ, προσπαθούν για τρίτη φορά να κατακτήσουν τον κόσμο. Είναι πολύ πιθανόν ο αναγνώστης αυτού του κειμένου να αρχίσει να σκέφτεται ότι όλη αυτή η ‘θεωρία’ είναι υπερβολική για να την αποδεχτεί.
Ωστόσο, η θέση ότι οι δύο Παγκόσμιοι Πόλεμοι είχαν υποκινηθεί από μεγάλες γερμανικές εταιρίες -δηλ. από το Γερμανικό Χημικό και Πετροχημικό Καρτέλ- στη μορφή μιας καλά οργανωμένης προσπάθειας, με στόχο την οικονομική και πολιτική κυριαρχία πάνω στην Ευρώπη και τον κόσμο ολόκληρο, δεν είναι αποτέλεσμα της πρόσφατης ιστορικής έρευνας, αλλά ούτε και θεωρία συνομωσίας.
Αντίθετα, είναι τα ευρήματα μιας από τις Δίκες της Νυρεμβέργης για τα εγκλήματα πολέμου, που έλαβε χώρα από τις 27 Αυγούστου 1947 μέχρι τις 30 Ιουλίου 1948, στο Palace of Justice της Νυρεμβέργης. Αυτό το βιβλίο παραθέτει ιστορικά ντοκουμέντα από διεθνή αρχεία που δεν έχουν ποτέ πριν δημοσιευθεί οπουδήποτε.
Προφανώς, αυτά τα οικονομικά συμφέροντα γύρω από το τότε αναδυόμενο χημικό, φαρμακευτικό και πετροχημικό Καρτέλ, που καταδικάστηκε στην Νυρεμβέργη ως η κινητήρια οικονομική δύναμη πίσω από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, έχουν ξοδέψει δισεκατομμύρια για να αποκρύψουν αυτό το γεγονός και να το κρατήσουν μακριά από τα βιβλία ιστορίας.