Ο προδότης μιας Πόλης-Κράτους, ήταν το αντίστοιχο του σύγχρονου εθνοπροδότη, κατέδιδε διαβαθμισμένες και ευαίσθητες πληροφορίες που η Πολιτεία του είχε εμπιστευτεί – καθώς τον θεωρούσε σπλάχνο της και αίμα από το αίμα της – σε ξένους, σε αλλότριους και σε επιβουλευτές της Πατρίδος του, για να πάρει προσωπική εκδίκηση σε κάτι που δεν συμφωνούσε μαζί της.
Ζητούσε απεγνωσμένα να γευτεί την αναγνώριση ακόμα και από τους βαρβάρους. Τι και αν το όνομα ενός προδότη στοιχειώνεται εσαεί στα κιτάπια της ιστορίας… αυτός, πεισματικά αρνούμενος να το αντιληφθεί, τυφλωμένος από στενοκεφαλιά και μίσος για τους ίδιους του τους αδελφούς, οδηγείται αυτόβουλα στην άτιμη λίστα των προδοτών του έθνους.
Η αρχαία κοινωνία ήταν αμείλικτη στο θέμα της προδοσίας. Τον προδότη δεν τον θεωρούσε άνθρωπο, ήταν ένας άχθος αρούρης, ένα αχρείαστο, περιττό βάρος της γης, μία μιασμένη ύπαρξη χωρίς ηθικές αναστολές… ένα κοινωνικό απόβρασμα που, καίτοι γεννήθηκε άνθρωπος, απέγινε υπάνθρωπος… ο άξιος αποστροφής, ο ανίερος, ο απόβλητας, το περίτριμμα… η τύχη που έμελλε τον προδοτούντα ήταν συνήθως μακάβρια και την ανιχνεύουμε σε πάμπολλες αναφορές αρχαίων συγγραφέων
Θεωρούταν αδιανόητο για έναν προδότη να φέρει όπλα, ως ύψιστη ατίμωση η Πολιτεία του τα έπαιρνε για να τα διαθέσει σε Οπλίτες που πολεμούσαν στην πρώτη γραμμή. To κατακουρέλιασμα της υπόστασής του οφείλετο να αποτελέσει σαφές υπόδειγμα και παράδειγμα προς αποφυγή. Απαγορευόταν ρητά η ταφή του εντός των ορίων του άστεως διότι μετέδιδε το ρυπαρό νόσημα της προδοσίας στον αιθέρα της πόλης. Αν είχε ήδη θαφτεί, ο τάφος ξηλωνόταν και τον εξοβέλιζαν μακρυά, λογίζοντάς τον ως απόρριμμα ρημαδιασμένο.
Ομοία τύχη ανέμενε και τους «συμπράκτες» και υπερασπιστές του, καθώς σε πάμπολλες των περιπτώσεων τους εξίσωναν με τους προδότες. Τους θεωρούσαν επικίνδυνους και βλαβερούς για την ομαλότητα της Πόλεως καθόσον με την υπερασπιστική τους γραμμή στον προδοτούντα επιδίωκαν να μειώσουν την επιζήμια συνέπεια της προδοσίας, διασπείροντας στάχτη στα μάτια των κατοίκων
Ο ΝΟΩΝ ΝΟΕΙΤΩ....!!!!!!!!