Η μετάλλαξη Ομικρον έχει καταφέρει να «απενεργοποιήσει» τα μονοκλωνικά αντισώματα, καθιστώντας το φάρμακο της Pfizer Paxlovid το μοναδικό «όπλο» ενάντια στη βαριά νόσο και στον θάνατο...
Σε μια σειρά πολιτειών της Αμερικής το συγκεκριμένο σκεύασμα χορηγείται στον γενικό πληθυσμό, όταν νοσεί από κορο–νοϊό, με στόχο να περιοριστεί η πιθανότητα βαριάς νόσησης ή διασωλήνωσης. Ετσι, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν καταφέρει να σώσουν ζωές, αλλά και να αποσυμπιέσουν τα δημόσια νοσοκομεία.
Στην Ελλάδα όμως για λόγους άγνωστους το συγκεκριμένο σκεύασμα χορηγείται με το… σταγονόμετρο. Συγκεκριμένα, το Paxlovid χορηγείται από τον περασμένο Μάρτιο με συγκεκριμένα κριτήρια και σε ασθενείς υψηλού κινδύνου.
Και το ερώτημα που τίθεται ευθέως προς το υπουργείο Υγείας είναι γιατί δεν προωθείται η λύση του συγκεκριμένου σκευάσματος ώστε να σωθούν ζωές και να αποσυμπιεστούν τα νοσοκομεία;
Γιατί ένα φάρμακο που χρησιμοποιείται εκτεταμένα στις Ηνωμένες Πολιτείες στην Ελλάδα παραμένει στο περιθώριο και όχι προμετωπίδα της μάχης κατά του κορον-οϊού;
Η επιχειρηματολογία του υπουργείου παραμένει για το ζήτημα αυτό νεφελώδης, καθώς η επιχείρηση απαξίωσης των φαρμάκων συνεχίζεται με ένταση από το υπουργείο Υγείας.
Το Paxlovid είναι ένας συνδυασμός των από του στόματος αντιιικών φαρμάκων nirmatrelvir και ritonavir. Η κλινική μελέτη βάσει της οποίας εγκρίθηκε δείχνει πως, όταν χορηγηθεί εντός τριών ημερών από την έναρξη των συμπτωμάτων, μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο νοσηλείας ή θανάτου κατά 89% σε άτομα υψηλού κινδύνου. Το Paxlovid δρα αναστέλλοντας τον πολλαπλασιασμό του ιού, κάτι που συμβαίνει στην αρχή της λοίμωξης. Αυτό σημαίνει ότι το φάρμακο πρέπει να χορηγείται στα πρώτα 24ωρα από την έναρξη των συμπτωμάτων. Η θεραπεία Paxlovid περιλαμβάνει τρία χάπια, τα οποία πρέπει να λαμβάνονται δύο φορές την ημέρα, επί πέντε ημέρες. Μερικοί ασθενείς αναφέρουν ότι αφήνει πικρή ή μεταλλική γεύση στο στόμα, αλλοιώνοντας και τη γεύση των τροφών.
Σημειώνεται πως οι θάνατοι από τον κορονοϊό μπορεί να έχουν πέσει αισθητά σε σχέση με αυτούς που είχαμε τον χειμώνα του 2022, ωστόσο, ακόμα και σήμερα, η χώρα πενθεί σε καθημερινή βάση 15-20 ανθρώπους εξαιτίας του ιού, ενώ συνεχίζει να βρίσκεται πολύ ψηλά σε θανάτους ανά εκατομμύριο πληθυσμού.