Τα κωλοκαναλα παρουσιαζουν μονο αυτα που βολευουν για να τρομοκρατησουν τον κοσμο...
Τους ενδιαφερει μονο η ανιερη προπαγανδα τους...
Και δεν θα δειξουν τα παρακατω....
Έγινε καταγγελία, το βράδυ της Ανάστασης, σε περιοχή της Ηπείρου, για ευνόητους λόγους δεν αναφέρονται συγκεκριμένα στοιχεία, ότι σε ναό χωριού υπήρχαν περισσότερα από τα επιτρεπόμενα άτομα.
Πήγαν δύο αστυνομικοί, έκαναν έλεγχο και δεν διαπίστωσαν καμία παράβαση.
Στο ναό βρισκόταν μόνο ο παπάς και ένας ψάλτης.
Τη στιγμή, που χτύπησαν την πόρτα, γύρω στις 1 μετά τα μεσάνυχτα και εισήλθαν στο ναό, ξεκινούσε η θεία λειτουργία, είχε ψαλεί νωρίτερα, στις 12, η τελετή της Ανάστασης και ακολούθησε ο όρθρος...
Ο γέροντας εφημέριος με το τρικέρι και το θυμιατό στα χέρια έψελνε με ιλαρό πρόσωπο και ήρεμη φωνή «Χριστός Ανέστη εκ νεκρών...».
Στη συνέχεια με ταπείνωση απήγγειλε τους στίχους: «Αναστήτω ο Θεός και διασκορπισθήτωσαν οι εχθροί αυτού...», «Ως εκλείπει καπνός εκλιπέτωσαν...», «Αύτη η ημέρα ην εποίησεν ο Κύριος, αγαλιασσώμεθα...», «Ούτως απολούνται οι αμαρτωλοί...» και ο ψάλτης αποκρινόταν «Χριστός Ανέστη εκ νεκρών».
Στον άδειο μικρό ναό, οι αστυνομικοί αισθάνθηκαν στην καρδιά τους μια μεγάλη γλυκύτητα, μια απέραντη αγαλλίαση, σαν να ακούγανε τη φωνή του Αναστημένου Χριστού στα αυτιά τους.
Και αυτή η γλυκύτητα και η γαλήνη, έγινε συγκίνηση. Και η συγκίνηση έφερε δάκρυα στα μάτια και των δύο, που τα είδε ο ψάλτης να κυλούν αβίαστα στα πρόσωπά τους. Τι να σκέφτηκαν άραγε; Τι να ένιωσαν άραγε;
Παρέμειναν στο ναό συμπροσευχόμενοι, όση ώρα τους επιτρεπόταν από τις υπηρεσιακές τους υποχρεώσεις...
Και κάποια στιγμή αποχώρησαν με αναμμένες μέσα τους τις λαμπάδες της Ανάστασης... Για να συνεχίσουν το καθήκον τους ως φωτεινοί λαμπαδηφόροι του καλού...
πηγη
Τους ενδιαφερει μονο η ανιερη προπαγανδα τους...
Και δεν θα δειξουν τα παρακατω....
Έγινε καταγγελία, το βράδυ της Ανάστασης, σε περιοχή της Ηπείρου, για ευνόητους λόγους δεν αναφέρονται συγκεκριμένα στοιχεία, ότι σε ναό χωριού υπήρχαν περισσότερα από τα επιτρεπόμενα άτομα.
Πήγαν δύο αστυνομικοί, έκαναν έλεγχο και δεν διαπίστωσαν καμία παράβαση.
Στο ναό βρισκόταν μόνο ο παπάς και ένας ψάλτης.
Τη στιγμή, που χτύπησαν την πόρτα, γύρω στις 1 μετά τα μεσάνυχτα και εισήλθαν στο ναό, ξεκινούσε η θεία λειτουργία, είχε ψαλεί νωρίτερα, στις 12, η τελετή της Ανάστασης και ακολούθησε ο όρθρος...
Ο γέροντας εφημέριος με το τρικέρι και το θυμιατό στα χέρια έψελνε με ιλαρό πρόσωπο και ήρεμη φωνή «Χριστός Ανέστη εκ νεκρών...».
Στη συνέχεια με ταπείνωση απήγγειλε τους στίχους: «Αναστήτω ο Θεός και διασκορπισθήτωσαν οι εχθροί αυτού...», «Ως εκλείπει καπνός εκλιπέτωσαν...», «Αύτη η ημέρα ην εποίησεν ο Κύριος, αγαλιασσώμεθα...», «Ούτως απολούνται οι αμαρτωλοί...» και ο ψάλτης αποκρινόταν «Χριστός Ανέστη εκ νεκρών».
Στον άδειο μικρό ναό, οι αστυνομικοί αισθάνθηκαν στην καρδιά τους μια μεγάλη γλυκύτητα, μια απέραντη αγαλλίαση, σαν να ακούγανε τη φωνή του Αναστημένου Χριστού στα αυτιά τους.
Και αυτή η γλυκύτητα και η γαλήνη, έγινε συγκίνηση. Και η συγκίνηση έφερε δάκρυα στα μάτια και των δύο, που τα είδε ο ψάλτης να κυλούν αβίαστα στα πρόσωπά τους. Τι να σκέφτηκαν άραγε; Τι να ένιωσαν άραγε;
Παρέμειναν στο ναό συμπροσευχόμενοι, όση ώρα τους επιτρεπόταν από τις υπηρεσιακές τους υποχρεώσεις...
Και κάποια στιγμή αποχώρησαν με αναμμένες μέσα τους τις λαμπάδες της Ανάστασης... Για να συνεχίσουν το καθήκον τους ως φωτεινοί λαμπαδηφόροι του καλού...
πηγη