'Πήγαινε Σοφία σε 'κείνο το παλληκάρι, σε 'κείνον τον ανθυπολοχαγό, έχει χάσει και τα δύο τα μάτια του. Όλη την ώρα που τραγουδάς κλαίει με λυγμούς και δεν έχει κανέναν να τον παρηγορήσει'.
Πλησίασα κοντά του, του χάιδεψα το κεφάλι και του ζήτησα να μην κλαίει. Του θύμισα ότι άλλοι δεν γύρισαν καθόλου από την πρώτη γραμμή, άλλοι έχασαν τα πόδια τους, τα χέρια τους.
Του είπα ότι όλοι εμείς θα είμαστε κοντά τους, κοντά στους τραυματίες μετά τον πόλεμο και θα τους βοηθήσουμε να ξαναφτιάξουν τη ζωή τους.
Και ο ήρωας γύρισε και μου είπε αυτά τα μοναδικά λόγια: 'Δεν κλαίω, Σοφία, γιατί έχασα τα μάτια μου… Κλαίω, γιατί δεν έχω άλλα δύο να τα δώσω για την πατρίδα'