Η αύξηση των κρουσμάτων κορονοϊού σε ολόκληρο τον κόσμο, τρομάζουν. Η μετάλλαξη Όμικρον σαρώνει! Μπήκε το 2022, τι γίνεται τώρα; Μέχρι πού θα φθάσει η πανδημία; Και με τα εμβόλια; Τι θα γίνει με τα εμβόλια; Κάθε πότε θα λαμβάνουμε δόσεις. Διαβάζουμε ένα ενδιαφέρον άρθρο σε αμερικανικό σάιτ....
Ο Γουόλτερ Μπέικερ έχει λάβει από το φθινόπωρο του 2020 πέντε δόσεις εμβολίου κατά της COVID-19 και ήδη έχει αρχίσει να σκέφτεται πότε μπορεί να χρειαστεί ένα έκτο!
Ο Μπέικερ, ένας 38χρονος υπάλληλος Γραφείου στη Νέα Υόρκη, έλαβε τις δύο πρώτες δόσεις εμβολίου AstraZeneca πριν από ένα χρόνο. Αγχωμένος με το γεγονός ότι έπρεπε να κάνει ράπιντ τεστ κάθε φορά που πήγαινε σε ένα παιχνίδι της ομάδας του, ο Μπέικερ υποχρεώθηκε να κάνει δυο δόσεις Moderna την άνοιξη!
Στη συνέχεια, όταν η κυβέρνηση προέτρεψε για αναμνηστική δόση, σκέφτηκε ότι προτιμάει να είναι ασφαλής παρά να «τρέχει», ειδικά λόγω του διαβήτη τύπου 2, σοβαρό παράγοντα κινδύνου για τον κορονοϊό. Κι αυτό ήταν το εμβόλιο Νο5! Επιπλέον κόλλησε και τον ιό μεταξύ των εμβόλων της AstraZeneca και της Moderna...
Σκέψεις για νέες δόσεις
Τώρα ο Μπέικερ είναι έτοιμος για την πιθανότητα «μιας ή δύο ακόμα αναμνηστικών δόσεων κάθε χρόνο». Οι ενδείξεις για μια τέτοια πολιτική έχουν ήδη αρχίσει να ακούγονται, τουλάχιστον στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το Ισραήλ ήδη συζητάει αν θα προχωρήσει σε τέταρτη δόση εμβολίου για ομάδες υψηλού κινδύνου, συμπεριλαμβανομένων και των ατόμων άνω των 60 ετών, αλλά και των εργαζομένων στον τομέα της Υγείας.
Πολλοί γιατροί υποστηρίζουν ότι κάποιοι Αμερικανοί θα πρέπει επίσης να επαναλάβουν τη δόση. Και οι κατασκευαστές των εμβολίων επιμένουν εδώ και καιρό ότι πιθανότατα θα χρειαστούμε ετήσιες δόσεις, τουλάχιστον. Άρα η σχέση μας με τα εμβόλια μόλις άρχισε. Θα γίνει κάτι σαν το ετήσιο εμβόλιο της γρίπης, λένε πολλοί.
«Πιστεύω ότι θα πρέπει να συνεχίσουμε να ενημερώνουμε το εμβόλιο», δήλωσε η Κάτι Γκόστικ, ειδική επί των μολυσματικών ασθενειών, στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο.
Οι επιστήμονες αναθεωρούν τις απόψεις τους
Σε παρόν σημείο της πανδημίας, ωστόσο, δεν υπάρχει κάτι επίσημο και από τον χώρο της ιατρικής σχετικά με τον αριθμό των εμβολίων, που θα χρειαστούμε μακροπρόθεσμα. Πολλοί από τους κορυφαίους λοιμωξιολόγους στον κόσμο έχουν αλλάξει στάση τις τελευταίες μόλις εβδομάδες για τα εμβόλια κατά του κορονοϊού.
Το καλοκαίρι που μας πέρασε, ο Αλί Ελέμπεντι, ένας ανοσολόγος στο Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον, είχε δηλώσει: «Δεν υπάρχει περίπτωση να χρειαστούμε ετήσιους εμβολιασμούς». Τώρα το ξανασκέπτεται. Η προοπτική για εμβολιασμό κάθε χρόνο ίσως να ήταν μια ανακούφιση.
Τον περασμένο χρόνο, η κυβέρνηση των ΗΠΑ συνέστησε σχεδόν σε όλους τους κατοίκους να εμβολιαστούν τρεις φορές και τώρα η πιθανότητα εμβολιασμού με γνώμονα την μετάλλαξη Όμικρον είναι κοντά. Αλλά το ακριβές σημείο για τον προσδιορισμό της συχνότητας εμβολιασμών δεν είναι τόσο εύκολο να βρεθεί - τόσο ο υποεμβολιασμός όσο και ο υπερεμβολιασμός έχουν μειονεκτήματα - και η υπόθεση σίγουρα δεν είναι τόσο απλή. Ίσως - όπως τονίζουν οι ειδικοί - βρισκόμαστε μόλις στην αρχή της εκστρατείας επαναληπτικού εμβολιασμού στον κόσμο.
Υπάρχουν δύο βασικοί λόγοι για να εμβολιάζουμε ξανά τους ήδη εμβολιασμένους: Η σημαντική πτώση της άμυνας του οργανισμού μας και η μεγάλη αύξηση των κρουσμάτων του ιού.
Εξακολουθούν, για παράδειγμα, οι επιστήμονες να προσπαθούν να καταλάβουν πόσο καλά το ανοσοποιητικό μας σύστημα ανταποκρίνεται στην «πληροφορία» που του προσφέρουν οι εμβολιασμοί. Για μήνες, οι επιστήμονες παρακολουθούν την αύξηση και την πτώση της προστασίας από ασυμπτωματικές λοιμώξεις και ηπιότερες μορφές COVID-19, δυναμική που φαίνεται στενά συνδεμένη με τα αντισώματα, τα μόρια που μπορούν να μεταφέρουν τους ιούς έξω από τα κύτταρα. Τα αντισώματα πάντα μειώνονται τους μήνες μετά τη μόλυνση ή τον εμβολιασμό, για οποιονδήποτε ιό.
Γνώμονας, τα επίπεδα αντισωμάτων
Μετά τις δύο πρώτες δόσεις με mRNA εμβόλια, τα επίπεδα των αντισωμάτων έπεσαν, περίπου πέντε έως δέκα φορές από το υψηλότερο επίπεδό τους σε σχεδόν έξι μήνες. Τώρα οι ανοσολόγοι παρακολουθούν τι συμβαίνει μετά την τρίτη δόση: Πού θα σταθεροποιηθούν τα επίπεδα αντισωμάτων και πόσος χρόνος θα χρειαστεί για να φτάσουμε στο επιθυμητό επίπεδο. Όσο πιο χαμηλά πέσουν ή όσο πιο απότομη είναι η πτώση τους, τόσο πιο γρήγορα μπορεί να μας ζητηθεί να επαναλάβουμε τον εμβολιασμό.
Μετά την αναμνηστική δόση, αποκτά ο οργανισμός περισσότερα αντισώματα από ό,τι μετά τις πρώτες δόσεις. Εάν αυτή η διαδικασία συνεχίσει να λειτουργεί και μετά την τρίτη δόση, ή και την τέταρτη, ίσως μπορέσουμε να αποφύγουμε τον συχνό εμβολιασμό. Ο τελικός ρυθμός του εμβολιασμού θα εξαρτηθεί επίσης από το τι θέλουμε να επιτύχουμε τα εμβόλιά μας. Ο αποκλεισμός μιας σοβαρής ασθένειας απαιτεί λιγότερες δόσεις. Η προσπάθεια καταστολής των περισσότερων λοιμώξεων και της μεταδοτικότητας σημαίνει περισσότερες. Και θα πρέπει να θέσουμε εύλογα τις προσδοκίες μας.
«Η επ' αόριστον πρόληψη των λοιμώξεων είναι ένας πήχης που η εμβολιολογία, ιστορικά, δεν μπόρεσε να περάσει», είπε πρόσφατα η Κιτζμέκια Κόρμπετ, ανοσολόγος και προγραμματίστρια εμβολίων για την COVID-19 στο Χάρβαρντ.
Όλα αυτά γίνονται πιο περίπλοκα, ωστόσο, αν ο ίδιος ο κορονοϊός συνεχίσει να μεταλλάσσεται. Η προστασία έναντι μιας παραλλαγής μπορεί να μην είναι τελικά αρκετή για να εμποδίσει μια άλλη. Ήδη, η Όμικρον είναι τόσο έντονη μετάλλαξη που πολλά από τα «εκπαιδευμένα» με εμβόλια αντισώματά μας, δεν την αναγνωρίζουν. Αυτό κάνει τους ανθρώπους που απέχουν πολύ από τις πρώτες τους δόσεις εμβολίων να είναι πιο ευάλωτοι: Τα αμυντικά τους τείχη είναι χαμηλά και η παραλλαγή είναι γενετικά προετοιμασμένη να ανέβει ψηλά.
Οι κορονοϊοί δεν μεταλλάσσονται τόσο γρήγορα, αλλά ειδικοί όπως ο Ντέιβιντ Μαρτίνες, εμβολιολόγος στο Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας στο Chapel Hill, πιστεύουν ότι «η πολιτική μας για την ενίσχυση του οργανισμού θα καθοδηγηθεί από τις μεταλλάξεις του ιού». «Όσο περισσότερες οι παραλλαγές που μας προβληματίζουν και όσο πιο συχνά βρεθούμε αντιμέτωποι μαζί τους, τόσο περισσότερες δόσεις θα χρειαστούμε».
Πόσο μπορεί να αντέξει το ανοσοπoιητικό
Εξίσου σημαντικό με το να υποστηρίξουμε την ανάγκη νέες δόσεις είναι και το να καθορίσουμε πόσο μπορεί να αντέξει το ανοσοποιητικό μας σύστημα (και το σώμα μας). Θα φθάσουμε σε κάποιο σημείο που μια ακόμη δόση από ακριβώς το ίδιο εμβόλιο δεν θα έχει ανταπόκριση από την άμυνα του οργανισμού. Τα τρέχοντα σχήματα εμβολιασμού δεν ενέχουν αυτόν τον κίνδυνο ακόμη. Αλλά η επαναλαμβανόμενες δόσεις κάθε λίγους μήνες μπορεί να προκαλέσουν (τουλάχιστον) περιττό κόστος.
Κάποια προβλήματα που προκύπτουν είναι υλικοτεχνικά. Όσο περισσότερα εμβόλια χρειαζόμαστε, τόσο περισσότερα θα πρέπει να κατασκευάσουμε και τόσο πιο συχνά οι υπάλληλοι της δημόσιας Υγείας θα πρέπει να πείσουν τις κοινότητες να τα αποδεχτούν.
Οι παρενέργειες μπορεί να κρατήσουν τους ανθρώπους εκτός εργασίας ή τα παιδιά μακριά από το σχολείο και οι ερευνητές δεν γνωρίζουν ακόμη σε ποιο βαθμό οι συνεχείς δόσεις μπορούν να αυξήσουν τον κίνδυνο σπάνιων, σοβαρών συμβάντων όπως η καρδιακή ανεπάρκεια ή φλεγμονή.
Το Ηνωμένο Βασίλειο και το Ισραήλ μείωσαν πρόσφατα στο μισό το μεσοδιάστημα δοσολογίας μεταξύ της δεύτερης και της τρίτης δόσης, από πέντε ή έξι μήνες σε τρεις, ώστε περισσότεροι άνθρωποι να μπορούν να ενισχύσουν την άμυνά τους νωρίτερα. Η βιολογία του SARS-CoV-2 είναι πολύ διαφορετική από αυτή των ιών της γρίπης.
Στόχος ένα παγκόσμιο εμβόλιο
Η ομάδα του στο University of North Carolina System είναι μία από τις πολλές ομάδες που αγωνίζονται για ένα παγκόσμιο εμβόλιο κατά του κορονοϊού, που θα μπορούσε να αποκρούσει μια πληθώρα παραλλαγών (και ίσως, σε ορισμένες περιπτώσεις, μερικά από τα πιο μακρινά ξαδέρφια τους - SARS-1, MERS και παρόμοια). Άλλοι ερευνητές αισθάνονται αισιόδοξοι για τα εμβόλια με ρινικό σπρέι που θα μπορούσαν να εξαλείψουν τις ειδικές ανοσοαποκρίσεις των αεραγωγών.
Ακόμα κι αν αυτά τα νέα σκευάσματα είναι καλύτερα στο να χτυπήσουν τον ιό, δεν θα είναι και πανάκεια. Θα πρέπει ακόμα να βρούμε έναν τρόπο να πείσουμε το σώμα να «θυμάται» τις δόσεις μακροπρόθεσμα.
Βρισκόμαστε ακόμα στην αρχή όσον αφορά τα εμβόλια και τις απαιτούμενες δόσεις κι όσο ο χρόνος περνάει τόσο οι επιστήμονες δυναμώνουν τα όπλα τους ενάντια στον κορονοϊό… Περιμένουμε οπλισμένοι με υπομονή.