Εδώ και δέκα χρόνια, η Πατρίδα μου, που είναι και δική σου, ματώνει. Ματώνει από μία κρίση οικονομική, αλλά κυρίως αξιακή και θεσμική. Ο λαός μας έχει υποστεί τα πάνδεινα, και η ζωή όλων μας έχει ανατραπεί.
Αυτός ο λαός όμως, αυτό το Έθνος, όσο και να σε ενοχλεί η λέξη, δεν έχασε την ανθρωπιά του. Μας ζήτησαν να βοηθήσουμε, και παρά τα προβλήματα, το κάναμε. Μας ζήτησαν να περιθάλψουμε, το κάναμε. Μας ζήτησαν να κατανοήσουμε το κάναμε.
Τώρα όμως ο σουλτάνος απαίτησε, για πολλοστή φορά, να καταργήσουμε τα σύνορά μας, για να ρεφάρει για τις αποτυχίες των ονειρώξεών του. Και προφανώς, αυτονοήτως, όπως θα έπρεπε να έχει γίνει και το 2015, αυτοί που έπρεπε είπαν όχι. Και τότε αυτός ο λαός, ο Ακρίτας της Ευρώπης μόνιασε, ξέχασε τις διαφορές του, και παρά τα όσα πέρασε, «στάθηκε» στα σύνορα της Ελλάδος, στα σύνορα της ηπείρου μας, όπως κάνει από το 490 π.Χ., για να υπερασπιστεί την Δύση.
Μόνον εσύ έμεινες πίσω, γιατί μου είπες πως σε τρομάζω.
Για άλλη μία φορά, είδες μπροστά σου «φασίστες». «Παραστρατιωτικούς». «Ακραίους». Είδες «απανθρωπιά» και παραβίαση «δικαιωμάτων». Μου είπες για το «αυγό του φιδιού», που έσπασε. Υπέβαλες μηνυτήριες αναφορές σε ανθρώπους που θαλασσοπνίγονται για χίλια ευρώ, για να είμαστε εσύ κι εγώ ασφαλείς. Μίλησες για «βίλες» στο Δέλτα του Έβρου. Προφανώς δεν έχεις πάει ποτέ στον Γιαούραντα, για να καταλάβεις ότι οι κυνηγετικές καλύβες, όχι απλώς δεν είναι βίλες, αλλά είναι προπύργια εθνικής κυριαρχίας στην περιοχή. Έφτασες στο σημείο να υιοθετήσεις τα επιχειρήματα και τα ψέματα του σουλτάνου, λες και εάν περάσει από αυτούς τους οποίους καθημερινά υβρίζεις και έρθει εδώ, αυτός ή τα τσιράκια του, θα σε ξεχωρίσουν.
Είπες πως δεν δεχόμαστε επίθεση, όταν η Ελλάδα βρίσκεται ήδη σε υβριδικό πόλεμο με έναν γείτονα αδίστακτο, ένα κράτος-τρομοκράτη και σύγχρονο δουλέμπορο αθώων και όχι τόσο αθώων ψυχών.
Λες πως σε τρομάζω, γιατί φοβάσαι πως σε μισώ. Μην ανησυχείς. Δεν σε μισώ. Σε λυπάμαι.
Σε λυπάμαι διότι δεν ανατρίχιασες ποτέ με τον Εθνικό μας ύμνο, κάποιο ξημέρωμα, βλέποντας την Σημαία μας να υψώνεται στον ιστό. Δεν κατάλαβες ποτέ ότι η υποχρέωση να υπηρετείς την Ελλάδα, είναι τιμή και όχι αγγαρεία. Σε λυπάμαι, διότι η Σαλαμίνα, ο Μαραθώνας, οι Θερμοπύλες, το Κλειδί, το Μεσολόγγι, τα Δερβενάκια, το Κιλκίς, το Μπιζάνι, ο Σαγγάριος, το 731, ο Ιλαριώνας είναι απλώς κουκίδες στον χάρτη. Για εμάς είναι ιερά προσκυνήματα, τόποι όπου η Ελληνική Ψυχή μάτωσε και πολέμησε, αφήνοντας σε εμάς προγονική παρακαταθήκη και βαρύτατο χρέος.
Σε λυπάμαι γιατί για εσένα ο Αλέξανδρος δεν ήταν Μέγας, αλλά καταπιεστής των λαών. Σε λυπάμαι, γιατί δεν νιώθεις την πανάρχαια βοή που κυλάει στο αίμα σου, να σε κρατάει ξύπνιο τις νύκτες, όταν νιώθεις πως ο τόπος σου απειλείται και λαός του αδικείται. Σε λυπάμαι γιατί ποτέ δεν προσευχήθηκες για την Πατρίδα σου, ίσως επειδή δεν πιστεύεις σε κάτι Ανώτερο.
Λυπάμαι, διότι δεν νιώθεις την άνωση που σου δίνει μία Πατρίδα η οποία μάχεται, δεν έχεις μοιρασθεί την σιωπηλή χαρά της ετοιμότητας να τα δώσεις όλα για κάτι ανώτερο από εσένα. Ίσως γιατί υπήρξες πολύ εγωιστής για να αγαπήσεις κάτι περισσότερο από το Εγώ σου, να αποδεχθείς ως ανώτερή σου μία Ιδέα, μία Αξία, μία Πίστη. Για αυτό και τον εγωισμό σου τον κάλυψες πίσω από ιδεοληψίες, και ψευτοευαισθησίες, για να τα έχεις καλά με την εσωστρεφή συνείδησή σου.
Ξέρεις, όλοι εμείς, που θεωρείς και την ανάσα μας ακραία, δεν έχουμε εχθρούς. Έχουμε αντιπάλους. Εφαλτήριο της στάσης μας είναι η αγάπη προς την Πατρίδα και την Ελληνικό τρόπο. Αντίθετα εσύ βλέπεις παντού γύρω σου εχθρούς, γιατί πυρήνας της σκέψης σου είναι η αντεθνική αποστροφή. Η ζωή σου ορίζεται από την άρνηση. Από το αντί και όχι από το υπέρ.
Όπως καταλαβαίνεις το μόνο που αισθάνομαι για εσένα, όχι μόνον εγώ, αλλά και υπόλοιποι σαν εμένα, είναι οίκτος. Δεν έχω καμία πρόθεση να αλλάξω αυτά που πιστεύεις, μόνον ελπίδα να πιστέψεις σε όσα δίνουν στη ζωή μας νόημα και σημασία.
Σε διαβεβαιώ, δεν κινδυνεύεις από εμάς. Το αντίθετο μάλιστα. Την δύσκολη στιγμή, όλοι όσοι λοιδορείς, θα προστατέψουμε εσένα, την περιουσία σου, την οικογένειά σου. Για να μπορέσεις, όταν περάσει η μπόρα, να συνεχίσεις την κριτική σου, και να γράψεις την Iστορία όπως εσύ θες, και όχι όπως πραγματικά είναι. Γραμμένη από το αίμα των Ελλήνων, παραποιημένη από το μελάνι της αποστροφής σου. Αυτό δεν έκανες πάντα;
πηγη
Αυτός ο λαός όμως, αυτό το Έθνος, όσο και να σε ενοχλεί η λέξη, δεν έχασε την ανθρωπιά του. Μας ζήτησαν να βοηθήσουμε, και παρά τα προβλήματα, το κάναμε. Μας ζήτησαν να περιθάλψουμε, το κάναμε. Μας ζήτησαν να κατανοήσουμε το κάναμε.
Τώρα όμως ο σουλτάνος απαίτησε, για πολλοστή φορά, να καταργήσουμε τα σύνορά μας, για να ρεφάρει για τις αποτυχίες των ονειρώξεών του. Και προφανώς, αυτονοήτως, όπως θα έπρεπε να έχει γίνει και το 2015, αυτοί που έπρεπε είπαν όχι. Και τότε αυτός ο λαός, ο Ακρίτας της Ευρώπης μόνιασε, ξέχασε τις διαφορές του, και παρά τα όσα πέρασε, «στάθηκε» στα σύνορα της Ελλάδος, στα σύνορα της ηπείρου μας, όπως κάνει από το 490 π.Χ., για να υπερασπιστεί την Δύση.
Μόνον εσύ έμεινες πίσω, γιατί μου είπες πως σε τρομάζω.
Για άλλη μία φορά, είδες μπροστά σου «φασίστες». «Παραστρατιωτικούς». «Ακραίους». Είδες «απανθρωπιά» και παραβίαση «δικαιωμάτων». Μου είπες για το «αυγό του φιδιού», που έσπασε. Υπέβαλες μηνυτήριες αναφορές σε ανθρώπους που θαλασσοπνίγονται για χίλια ευρώ, για να είμαστε εσύ κι εγώ ασφαλείς. Μίλησες για «βίλες» στο Δέλτα του Έβρου. Προφανώς δεν έχεις πάει ποτέ στον Γιαούραντα, για να καταλάβεις ότι οι κυνηγετικές καλύβες, όχι απλώς δεν είναι βίλες, αλλά είναι προπύργια εθνικής κυριαρχίας στην περιοχή. Έφτασες στο σημείο να υιοθετήσεις τα επιχειρήματα και τα ψέματα του σουλτάνου, λες και εάν περάσει από αυτούς τους οποίους καθημερινά υβρίζεις και έρθει εδώ, αυτός ή τα τσιράκια του, θα σε ξεχωρίσουν.
Είπες πως δεν δεχόμαστε επίθεση, όταν η Ελλάδα βρίσκεται ήδη σε υβριδικό πόλεμο με έναν γείτονα αδίστακτο, ένα κράτος-τρομοκράτη και σύγχρονο δουλέμπορο αθώων και όχι τόσο αθώων ψυχών.
Λες πως σε τρομάζω, γιατί φοβάσαι πως σε μισώ. Μην ανησυχείς. Δεν σε μισώ. Σε λυπάμαι.
Σε λυπάμαι διότι δεν ανατρίχιασες ποτέ με τον Εθνικό μας ύμνο, κάποιο ξημέρωμα, βλέποντας την Σημαία μας να υψώνεται στον ιστό. Δεν κατάλαβες ποτέ ότι η υποχρέωση να υπηρετείς την Ελλάδα, είναι τιμή και όχι αγγαρεία. Σε λυπάμαι, διότι η Σαλαμίνα, ο Μαραθώνας, οι Θερμοπύλες, το Κλειδί, το Μεσολόγγι, τα Δερβενάκια, το Κιλκίς, το Μπιζάνι, ο Σαγγάριος, το 731, ο Ιλαριώνας είναι απλώς κουκίδες στον χάρτη. Για εμάς είναι ιερά προσκυνήματα, τόποι όπου η Ελληνική Ψυχή μάτωσε και πολέμησε, αφήνοντας σε εμάς προγονική παρακαταθήκη και βαρύτατο χρέος.
Σε λυπάμαι γιατί για εσένα ο Αλέξανδρος δεν ήταν Μέγας, αλλά καταπιεστής των λαών. Σε λυπάμαι, γιατί δεν νιώθεις την πανάρχαια βοή που κυλάει στο αίμα σου, να σε κρατάει ξύπνιο τις νύκτες, όταν νιώθεις πως ο τόπος σου απειλείται και λαός του αδικείται. Σε λυπάμαι γιατί ποτέ δεν προσευχήθηκες για την Πατρίδα σου, ίσως επειδή δεν πιστεύεις σε κάτι Ανώτερο.
Λυπάμαι, διότι δεν νιώθεις την άνωση που σου δίνει μία Πατρίδα η οποία μάχεται, δεν έχεις μοιρασθεί την σιωπηλή χαρά της ετοιμότητας να τα δώσεις όλα για κάτι ανώτερο από εσένα. Ίσως γιατί υπήρξες πολύ εγωιστής για να αγαπήσεις κάτι περισσότερο από το Εγώ σου, να αποδεχθείς ως ανώτερή σου μία Ιδέα, μία Αξία, μία Πίστη. Για αυτό και τον εγωισμό σου τον κάλυψες πίσω από ιδεοληψίες, και ψευτοευαισθησίες, για να τα έχεις καλά με την εσωστρεφή συνείδησή σου.
Ξέρεις, όλοι εμείς, που θεωρείς και την ανάσα μας ακραία, δεν έχουμε εχθρούς. Έχουμε αντιπάλους. Εφαλτήριο της στάσης μας είναι η αγάπη προς την Πατρίδα και την Ελληνικό τρόπο. Αντίθετα εσύ βλέπεις παντού γύρω σου εχθρούς, γιατί πυρήνας της σκέψης σου είναι η αντεθνική αποστροφή. Η ζωή σου ορίζεται από την άρνηση. Από το αντί και όχι από το υπέρ.
Όπως καταλαβαίνεις το μόνο που αισθάνομαι για εσένα, όχι μόνον εγώ, αλλά και υπόλοιποι σαν εμένα, είναι οίκτος. Δεν έχω καμία πρόθεση να αλλάξω αυτά που πιστεύεις, μόνον ελπίδα να πιστέψεις σε όσα δίνουν στη ζωή μας νόημα και σημασία.
Σε διαβεβαιώ, δεν κινδυνεύεις από εμάς. Το αντίθετο μάλιστα. Την δύσκολη στιγμή, όλοι όσοι λοιδορείς, θα προστατέψουμε εσένα, την περιουσία σου, την οικογένειά σου. Για να μπορέσεις, όταν περάσει η μπόρα, να συνεχίσεις την κριτική σου, και να γράψεις την Iστορία όπως εσύ θες, και όχι όπως πραγματικά είναι. Γραμμένη από το αίμα των Ελλήνων, παραποιημένη από το μελάνι της αποστροφής σου. Αυτό δεν έκανες πάντα;
πηγη