Καλα ξεμπερδεματα τωρα....
Αυτους δυσκολα θα τους δουλεψει οπως Πουτιν και Τραμπ..
Πυρ και μανία είναι ο υπουργός εξωτερικών της Σαουδικής Αραβίας, Αντέλ Αλ-Τζουμπέιρ, ο οποίος ανέφερε ότι το Σαουδαραβικό βασίλειο αντιτίθεται σφόδρα σε αυτό που περιέγραψε ως, "εισβολή της Τουρκίας στη Συρία αλλά και την στήριξη υπέρ των εξτρεμιστικών πολιτοφυλακών στη Λιβύη και στην Σομαλία".
Ο ίδιος δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου στο περιθώριο της επίσκεψής του στη ρουμανική πρωτεύουσα, Βουκουρέστι τα εξής::
"Είμαστε αντίθετοι στην εισβολή της Τουρκίας στη Συρία, και καταγγέλλουμε την υποστήριξη της Τουρκίας σε εξτρεμιστικές πολιτοφυλακές στη Σομαλία, τη Συρία και τη Λιβύη”.
Ο ίδιος εξέφρασε την ανησυχία της χώρας του για τη μεταφορά ξένων μαχητών από τη Συρία στη Λιβύη, τονίζοντας ότι θα υπάρξουν επιπτώσεις και στην Ευρώπη.
Ο κ. Al-Jubeir πρόσθεσε ότι «η Σαουδική Αραβία δεν είναι προκατειλημμένη στη σύγκρουση της Λιβύης και έχει ενημερώσει τον Χαφτάρ (Διοικητή των Δυνάμεων της Ανατολικής Λιβύης) αλλά και τον Al-Sarraj (Επικεφαλής της διεθνώς αναγνωρισμένης κυβέρνησης της Εθνική Συμφωνία (GNA) σχετικά με την απαίτηση εξεύρεσης πολιτικής λύσης".
Οι σαουδαραβο-τουρκικές σχέσεις άρχισαν να υποβαθμίζονται μετά την δολοφονία του Σαουδάραβα δημοσιογράφου και συγγραφέα, Τζαμάλ Κασόγκγι, στο προξενείο της Σ.Αραβίας στην Κωνσταντινούπολη το 2018.
Οι σχέσεις των δύο χωρών χειροτέρεψαν όμως ακόμη πιο πολύ τον περασμένο μήνα, καθώς η Σαουδική Αραβία ανακοίνωσε την πλήρη υποστήριξή της στην κυριαρχία της ελληνοκυπριακής πλευράς σε ολόκληρο το νησί.
Ως εκ τούτου, η θέση του Βασιλείου οδήγησε στην εμβάθυνση της ρήξης μεταξύ του Ριάντ και της Άγκυρας, διότι οι Τούρκοι αναγνωρίζουν μόνο την αποκαλούμενη “Βόρεια Κύπρο” ως ξεχωριστή κρατική οντότητα.
Την ίδια περίοδο, η τουρκική κυβέρνηση σκοπεύει να ενισχύσει την αμυντική συνεργασία της με το Σουδάν, η οποία έχασε τη δυναμική της μετά την πτώση του πρώην προέδρου Omar al-Bashir τον Απρίλιο του 2019.
Η διαδικασία έγκρισης της συμφωνίας συνεργασίας Τουρκίας-Σουδάν στον τομέα της αμυντικής βιομηχανίας, η οποία υπεγράφη με την κυβέρνηση al-Bashir το 2017, επιταχύνθηκε από το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) του Προέδρου Ρ.Ν. Ερντογάν, έτσι η σύμβαση εγκρίθηκε από την Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων του τουρκικού κοινοβουλίου στις 5 Φεβρουαρίου 2020.
Σύμφωνα με το κείμενο της συμφωνίας, ο μηχανισμός επικεντρώνεται στη βελτίωση των δυνατοτήτων της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας, μέσω της αποτελεσματικότερης συνεργασίας στους τομείς της ανάπτυξης, της παραγωγής και της προμήθειας και συντήρησης, στρατιωτικού και αμυντικού υλικού καθώς και της τεχνικής και υλικοτεχνικής στήριξης την ανταλλαγή και την έρευνα στον τομέα.
Εκτός από τις πρόσφατες επισκέψεις του προέδρου Ερντογάν στις αφρικανικές χώρες και τις προσπάθειές του να υποστηρίξει ακραίες ισλαμικές ομάδες στη Λιβύη, οι κινήσεις της Άγκυρας σε άλλες περιοχές της Αφρικής, υποδηλώνουν ότι η χώρα αυτή, δεν θα παραμείνει επίμονη στην επιδίωξη των συμφερόντων της στην αφρικανική ήπειρο.
Η τουρκική αμυντική βιομηχανία έχει αναλάβει κεντρικό ρόλο στη διαμόρφωση της πολιτικής της τουρκικής κυβέρνησης στην Αφρική.
Η συμφωνία Τουρκίας-Σουδάν είναι επίσης σύμφωνη με πρόσφατες συμφωνίες και εξελίξεις που επιβεβαιώνουν ότι ο αμυντικός τομέας της Τουρκίας έχει γίνει εργαλείο για την αύξηση της επιρροής της Άγκυρας σε ξένες χώρες, σε συνδυασμό με το ακραίο ισλαμικό φονταμεταλισμό.
Την τελευταία δεκαετία η εσωτερική πολιτική σκηνή της Τουρκίας υποχώρησε και άλλο προς τον αυταρχισμό, καθώς ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν “κλείδωσε” την εξουσία, αλλά στα καταπιεστικά αυταρχικά κράτη, αυτό είναι η αρχή του τέλους των ηγετών τους.
Επίσης οι διάφορες διαμάχες της Τουρκίας με τους γείτονές της έχουν έναν κοινό παράγοντα, σε όλες σχεδόν τις χώρες, η τουρκική κυβέρνηση έχει μεσολαβήσει με ισλαμιστές πολιτικούς, που θεωρούνται εχθροί από τους περιφερειακούς αντιπάλους της.
Η Τουρκία έχει άσχημες σχέσεις με τον Αιγύπτιο Πρόεδρο Abdel Fettah al-Sisi, ο οποίος ήρθε στην εξουσία με πραξικόπημα το 2013, το οποίο έριξε από την εξουσία τον Μοχάμεντ Μόρσι, ηγέτη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, ο οποίος επέτρεπε την βία κατά των χριστιανών. Ο Ερντογάν καταδίκασε τον Σίσι και δεν υπήρξαν σημαντικές κινήσεις για την αποκατάσταση των σχέσεων από τότε.
Ομοίως, η κυβέρνηση της Τρίπολης που υποστηρίζεται από την Τουρκία έχει τις ρίζες της στο πολιτικό Ισλάμ και για άλλη μια φορά η θέση της Άγκυρας, ήρθε σε σύγκρουση με τις χώρες του Κόλπου και το Κάιρο.
Η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Αίγυπτος υποστηρίζουν τον Εθνικό Στρατό της Λιβύης του στρατηγού Χαλίφα Χάφταρ, ο οποίος αντιτίθεται στον πολιτικό ρόλο των ισλαμιστών, ζητώντας παράλληλα ο ίδιος τη διάλυση των πολιτοφυλακών που τις υποστηρίζουν.
Ο Ερντογάν ονειρεύεται την κυριαρχία του ακραίου Ισλάμ παντού, όχι μόνο στα εδάφη της πρώην Οθωμανικής αυτοκρατορίας, έχοντας “χρίσει”τον εαυτό του ως τον νέο “Μωάμεθ τον Πορθητή”, αλλά θα εισπράξει και αυτός λίαν συντόμως, τα αποτελέσματα της πολιτικής του αυτής από Δύση και Ανατολή.
πηγη
Αυτους δυσκολα θα τους δουλεψει οπως Πουτιν και Τραμπ..
Πυρ και μανία είναι ο υπουργός εξωτερικών της Σαουδικής Αραβίας, Αντέλ Αλ-Τζουμπέιρ, ο οποίος ανέφερε ότι το Σαουδαραβικό βασίλειο αντιτίθεται σφόδρα σε αυτό που περιέγραψε ως, "εισβολή της Τουρκίας στη Συρία αλλά και την στήριξη υπέρ των εξτρεμιστικών πολιτοφυλακών στη Λιβύη και στην Σομαλία".
Ο ίδιος δήλωσε σε συνέντευξη Τύπου στο περιθώριο της επίσκεψής του στη ρουμανική πρωτεύουσα, Βουκουρέστι τα εξής::
"Είμαστε αντίθετοι στην εισβολή της Τουρκίας στη Συρία, και καταγγέλλουμε την υποστήριξη της Τουρκίας σε εξτρεμιστικές πολιτοφυλακές στη Σομαλία, τη Συρία και τη Λιβύη”.
Ο ίδιος εξέφρασε την ανησυχία της χώρας του για τη μεταφορά ξένων μαχητών από τη Συρία στη Λιβύη, τονίζοντας ότι θα υπάρξουν επιπτώσεις και στην Ευρώπη.
Ο κ. Al-Jubeir πρόσθεσε ότι «η Σαουδική Αραβία δεν είναι προκατειλημμένη στη σύγκρουση της Λιβύης και έχει ενημερώσει τον Χαφτάρ (Διοικητή των Δυνάμεων της Ανατολικής Λιβύης) αλλά και τον Al-Sarraj (Επικεφαλής της διεθνώς αναγνωρισμένης κυβέρνησης της Εθνική Συμφωνία (GNA) σχετικά με την απαίτηση εξεύρεσης πολιτικής λύσης".
Οι σαουδαραβο-τουρκικές σχέσεις άρχισαν να υποβαθμίζονται μετά την δολοφονία του Σαουδάραβα δημοσιογράφου και συγγραφέα, Τζαμάλ Κασόγκγι, στο προξενείο της Σ.Αραβίας στην Κωνσταντινούπολη το 2018.
Οι σχέσεις των δύο χωρών χειροτέρεψαν όμως ακόμη πιο πολύ τον περασμένο μήνα, καθώς η Σαουδική Αραβία ανακοίνωσε την πλήρη υποστήριξή της στην κυριαρχία της ελληνοκυπριακής πλευράς σε ολόκληρο το νησί.
Ως εκ τούτου, η θέση του Βασιλείου οδήγησε στην εμβάθυνση της ρήξης μεταξύ του Ριάντ και της Άγκυρας, διότι οι Τούρκοι αναγνωρίζουν μόνο την αποκαλούμενη “Βόρεια Κύπρο” ως ξεχωριστή κρατική οντότητα.
Την ίδια περίοδο, η τουρκική κυβέρνηση σκοπεύει να ενισχύσει την αμυντική συνεργασία της με το Σουδάν, η οποία έχασε τη δυναμική της μετά την πτώση του πρώην προέδρου Omar al-Bashir τον Απρίλιο του 2019.
Η διαδικασία έγκρισης της συμφωνίας συνεργασίας Τουρκίας-Σουδάν στον τομέα της αμυντικής βιομηχανίας, η οποία υπεγράφη με την κυβέρνηση al-Bashir το 2017, επιταχύνθηκε από το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) του Προέδρου Ρ.Ν. Ερντογάν, έτσι η σύμβαση εγκρίθηκε από την Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων του τουρκικού κοινοβουλίου στις 5 Φεβρουαρίου 2020.
Σύμφωνα με το κείμενο της συμφωνίας, ο μηχανισμός επικεντρώνεται στη βελτίωση των δυνατοτήτων της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας, μέσω της αποτελεσματικότερης συνεργασίας στους τομείς της ανάπτυξης, της παραγωγής και της προμήθειας και συντήρησης, στρατιωτικού και αμυντικού υλικού καθώς και της τεχνικής και υλικοτεχνικής στήριξης την ανταλλαγή και την έρευνα στον τομέα.
Εκτός από τις πρόσφατες επισκέψεις του προέδρου Ερντογάν στις αφρικανικές χώρες και τις προσπάθειές του να υποστηρίξει ακραίες ισλαμικές ομάδες στη Λιβύη, οι κινήσεις της Άγκυρας σε άλλες περιοχές της Αφρικής, υποδηλώνουν ότι η χώρα αυτή, δεν θα παραμείνει επίμονη στην επιδίωξη των συμφερόντων της στην αφρικανική ήπειρο.
Η τουρκική αμυντική βιομηχανία έχει αναλάβει κεντρικό ρόλο στη διαμόρφωση της πολιτικής της τουρκικής κυβέρνησης στην Αφρική.
Η συμφωνία Τουρκίας-Σουδάν είναι επίσης σύμφωνη με πρόσφατες συμφωνίες και εξελίξεις που επιβεβαιώνουν ότι ο αμυντικός τομέας της Τουρκίας έχει γίνει εργαλείο για την αύξηση της επιρροής της Άγκυρας σε ξένες χώρες, σε συνδυασμό με το ακραίο ισλαμικό φονταμεταλισμό.
Την τελευταία δεκαετία η εσωτερική πολιτική σκηνή της Τουρκίας υποχώρησε και άλλο προς τον αυταρχισμό, καθώς ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν “κλείδωσε” την εξουσία, αλλά στα καταπιεστικά αυταρχικά κράτη, αυτό είναι η αρχή του τέλους των ηγετών τους.
Επίσης οι διάφορες διαμάχες της Τουρκίας με τους γείτονές της έχουν έναν κοινό παράγοντα, σε όλες σχεδόν τις χώρες, η τουρκική κυβέρνηση έχει μεσολαβήσει με ισλαμιστές πολιτικούς, που θεωρούνται εχθροί από τους περιφερειακούς αντιπάλους της.
Η Τουρκία έχει άσχημες σχέσεις με τον Αιγύπτιο Πρόεδρο Abdel Fettah al-Sisi, ο οποίος ήρθε στην εξουσία με πραξικόπημα το 2013, το οποίο έριξε από την εξουσία τον Μοχάμεντ Μόρσι, ηγέτη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, ο οποίος επέτρεπε την βία κατά των χριστιανών. Ο Ερντογάν καταδίκασε τον Σίσι και δεν υπήρξαν σημαντικές κινήσεις για την αποκατάσταση των σχέσεων από τότε.
Ομοίως, η κυβέρνηση της Τρίπολης που υποστηρίζεται από την Τουρκία έχει τις ρίζες της στο πολιτικό Ισλάμ και για άλλη μια φορά η θέση της Άγκυρας, ήρθε σε σύγκρουση με τις χώρες του Κόλπου και το Κάιρο.
Η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Αίγυπτος υποστηρίζουν τον Εθνικό Στρατό της Λιβύης του στρατηγού Χαλίφα Χάφταρ, ο οποίος αντιτίθεται στον πολιτικό ρόλο των ισλαμιστών, ζητώντας παράλληλα ο ίδιος τη διάλυση των πολιτοφυλακών που τις υποστηρίζουν.
Ο Ερντογάν ονειρεύεται την κυριαρχία του ακραίου Ισλάμ παντού, όχι μόνο στα εδάφη της πρώην Οθωμανικής αυτοκρατορίας, έχοντας “χρίσει”τον εαυτό του ως τον νέο “Μωάμεθ τον Πορθητή”, αλλά θα εισπράξει και αυτός λίαν συντόμως, τα αποτελέσματα της πολιτικής του αυτής από Δύση και Ανατολή.
πηγη